ΑΛΕΚΟΣ ΞΕΝΟΣ
ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
20 ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΣΕ ΠΟΙΗΣΗ ΧΑΡΗ ΣΑΚΕΛΑΡΙΟΥ
20 παιδικά τραγούδια σε ποίηση Χάρη Σακελλαρίου α'
20 παιδικά τραγούδια σε ποίηση Χάρη Σακελλαρίου β'
20 παιδικά τραγούδια σε ποίηση Χάρη Σακελλαρίου γ'
καλημέρα
Έφεξε και πάλι η μέρα
η ροδόπεπλη ήρθε αυγή.
Ήλιε μου, ήλιε, καλημέρα
γεια σου κι ώρα σου καλή!
Καλημέρα σας, λαγκάδια
κάμποι και ψηλά βουνά
ρούγα μου με τα λιβάδια
στάνη με τα κρύα νερά!
Καλημέρα σας, πουλάκια
και χρυσόμαλλά μου αρνιά
άσπρα του χωριού σπιτάκια
στην ολάνθιστη πλαγιά!
Έγια μόλα σας, καράβια
γεια σας, πέλαγα, νησιά!
Κι εσύ, γεια σου, ωραίο σχολειόμου
γεια σας, φίλοι μου παιδιά!
ανατολή
Ο λαμπρός ο καβαλάρης
της αυγής ο γιος
πάνω στο χρυσό του τ’ άτι
Πήδησε γοργός.
Στη δροσιά λουσμένα λάμπουν
όλα σαν τον δουν
με χαρά τον χαιρετούνε
και του τραγουδούν.
Με χαρές και με τραγούδια
και καλή καρδιά
τον γλυκοκαλωσορίζουν
γέροι και παιδιά.
Και του στέλνουν στον αέρα
πεταχτά φιλιά
και με κέφι ευθύς τραβούνε
όλοι στη δουλειά.
Στο βουνό
Βουνό τετράψηλο, τρανό
που όλο ψηλώνεις
κι όπως τ’ αψήλου ανοίγεσαι
τ’ άστρα ανταμώνεις,
που λες κι όλο σε κάνουνε
πιο νιο τα χρόνια
κι ας σου ασημώνουν την κορφή σωροί τα χιόνια,
να ’ταν να μ’ έκανες πουλί
αϊτό ή ξεφτέρι
να σ’ είχα για παντοτινά
φωλιά ή λημέρι!
Δέντρο να μ’ έκανες ψηλό
μ’ εσέ να μένω
στ’ ατάραχα τα στήθια σου
θεμελιωμένο.
Πρώτος εγώ να χαιρετώ
του ηλιού το θάμα
με τα χρυσά, τ’ ανέγγιχτα
σύννεφα αντάμα.
πρώτος στ’ ουρανού ψηλά
το αιθέριο σπίτι
ν’ ανάβω αποβραδίς
λαμπρόν Αποσπερίτη.
Να ’μια φωτιά από κεραυνό
κι από ήλιο αχτίδα
παρθένο χιόνι τ’ Απριλιού
δροσοσταλίδα!
Ο ποταμός
Γέρο-ποταμέ μου γέρο-ποταμέ που κυλάς μες στο λιβάδι
που κυλάς πρωί και βράδυ
και δε σταματάς ποτέ.
Πότε θυμωμένος πότε χαρωπός
από το βουνό προβαίνεις
και στους κάμπους κατεβαίνεις όλο μάλαμα και φως.
Πως σε περιμένουν πως σε καρτερούν τα λιβάδια,τα χωράφια
να τα σπείρεις με χρυσάφια
ν’ αστραφτολαμποκοπούν.
Σε προσμένει ο μύλος μες στηρεματιά κοπελιά σε περιμένει
στις οχτιές σου και λευκαίνει ωριοπλούμιστα προικιά.
Όλα συ τα ντύνεις πλούτη κι ομορφιά Δώσ’ μας κάτι απ’ την ορμή σου
τη δροσιά, τη δύναμή σου
την αιώνια σου ομορφιά...
Παράπονο
Θάλασσα, πικροθάλασσα,
γιαλέ μου πεισματάρη
που σ’ έχουνε και παίζουνε
τ’ αφρόψαρα κι οι γλάροι.
Γιατί φορές-φορές γελάς,
στιγμές-στιγμές κακιώνεις
τη μια μας καλοδέχεσαι,
την άλλη μας μαλώνεις;
Μας παίρνεις τα καράβια μας
και δεν τα ξαναδίνεις
και σαν κακό κι αχόρταγο
θεριό τα καταπίνεις.
Πήρες και τη βαρκούλα μου,
που με χαρτί είχα φτιάσει
και στα ψηλά σου κύματα
τώρα την έχω χάσει.
Κι εγώ σου την εστόλισα
με τέχνη και με χάρη
για να την έχουμε κι οι δυο
χαρά μας και καμάρι.
Άσπρο πανί της έβαλα
και ξάρτια μεταξένια
μάλαμα το κατάρτι της
και τα κουπιά ασημένια.
Θάλασσα, πικροθάλασσα,
πολύ μ’ έχεις πικράνει.
Στο πείσμα και στην απονιά
κανένας δε σε φτάνει...
Φεγγαράκι μου λαμπρό
Ξέρω μια μικρή βαρκούλα
που δεν πάει γιαλό-γιαλό
μα τις νύχτες ανεβαίνει
αψηλά στον ουρανό.
Δίχως μέσα τιμονιέρη
δίχως δοιάκι και πανιά
σαν την πάπια αργοκυλάει
στη βαθιά τη σκοτεινιά.
Ξέρω μάγο ένα ζωγράφο
που χωρίς μπογιά καμιά
βάφει κάτω όλη την πλάση
χρυσαφένια και ασημιά.
Λες και δεν κρατά πινέλο
παρά βέργα μαγική
όλα παίρνουν, σαν ταγγίζει
όψη ονείρου, ξωτική.
Λάμπει, ασημί αγνό,τοκύμα
κι όλο μάλαμα η αμμουδιά
τα βουνά και τα ποτάμια
το χωριό κι η λαγκαδιά.
Ξέρω κάποιο φαναράκι
που δεν καίει λάδι σταλιά
κι όμως φέγγει κάθε βράδυ
με γλυκιάν αντιφεγγιά
Το γνωρίζει ο νυχτολάτης
και με θάρρος περπατά
με χαμόγελο του γνέφει
και το γλυκοχαιρετά.
Άλλοι, ακούω, το λεν Σελήνη δορυφόρο άλλοι μικρό.
Αλλ’ εγώ του τραγουδάω: «Φεγγαράκι μου λαμπρό…»
ταξίδι στ’ αστέρια
Φεγγάρι μου ασημένιο
αστέρια μου χρυσά
που λάμπετε στα ουράνια
με κάλλη περισσά
ή χαμηλώστε λίγο
ή πάρτε με ψηλά
μαζί σας να γυρίζω
στην πλάση την πλατιά.
Στον Άρη να πετάξω
να φτάσω στον Ερμή
τον Κρόνο να ρωτήσω
ζώνες γιατί φορεί.
Το Δία να χαιρετήσω
και τον Αυγερινό
της Πούλιας τα διαμάντια
στα χέρια να κρατώ.
Πώς θα ’θελα αστροναύτης
μια μέρα να γινώ
με πύραυλους να σκίζω
τον άπειρο ουρανό!...
Σαν αστραπή να φεύγω
στ’ ονείρου τα φτερά
για τ’ άπιαστα κι ωραία
για φως και για χαρά…
Θαλασσοπούλια
Και το πρώτο γέλιο
και το πρώτο κλάμα
όνειρο και θάμα
κάτω στο γιαλό.
Σταθερό τιμόνι
θεριεμένο βήμα
στ’ αφρισμένο κύμα
στο χιονάτο αφρό.
Έγια, έγια μόλα
έγια, έγια λέσα
στη φουρτούνα μέσα
μ’ άφοβη καρδιά.
Για μια νέα Ιθάκη
βίρα και τραβούμε
τη χαρά να βρούμε
και την ξαστεριά.
Έγια, έγια μόλα
Χάρυβδες, Γοργόνες Κίρκες, Λαιστρυγόνες φεύγουνε μακριά.
Κι όλο απλώνει ο κόσμος
κι όλο σαν αστέρι
του Οδυσσέα το χέρι
μας καλεί μπροστά.
28 Οκτωβρίου
Της Πίνδου το ψηλό βουνό
μες στη φωτιά, μες στον καπνό. Με το δράκο αντιπαλεύει λιόντας ο ήλιος και θεριεύει.
Γέρνει τη μια κι η γη βογκά
και μια το δράκοντα λυγά
κι είναι οι βράχοι με τα χιόνια σαν τα μαρμαρένια αλώνια.
Κι αναταράζεται η στεριά
και να, όσα χέρια και σπαθιά
όσα δίκια και ντουφέκια
σίφουνες κι αστροπελέκια.
Και φεύγει –στάχτη και καπνός
ο μαύρος δράκος κι ένα φως
ένας ήλιος λάμπει τώρα
πάνω απ’ την ηρώισσα χώρα.
η ειρήνη
Η ειρήνη είναι ζεστή φωλιά
γεμάτη ολόχαρα πουλιά
είν’ ήλιος και λουλούδια
και γέλια και τραγούδια.
Έχει η μανούλα τα παιδιά
κόκκινα μήλα στη ποδιά
κι έχει η γιαγιά τ’ αγγόνια
σα λούλουδα στα κλώνια.
Τραγούδια ακούς μες στα σχολειά στις φάμπρικες και στα χωριά
κι είν’ το ζεστό καρβέλι
μοσκοβολιά και μέλι…
στη γιορτή της μάνας
Σήμερα που γιορτάζεις
μανούλα μου, δεν ξέρω,
από του κόσμου τα καλά
τι δώρο να σου φέρω.
Θα σου ’φερνα, αν μπορούσα
με τα μικρά μου χέρια
όλα της γης τα λούλουδα
τον ήλιο και τ’ αστέρια.
Για σένα θα γινόμουν
ένα μικρούλι αηδόνι
τραγούδι ολόγλυκο για σε
να λέω, να μην τελειώνει
Μα συ είσαι απ’ τα λουλούδια
το πιο όμορφο λουλούδι
είσαι ήλιος, άστρο φωτεινό
κι αγγελικό τραγούδι.
«Μανούλα» λέω κι ανθίζει
μοσκοβολά το στόμα,
όλα σ’ εσένα τα χρωστώ
και τη ζωή μου ακόμα.
Δεν παίρνεις όλο δίνεις
με τ’ άγιο σου χεράκι,
μα σκύψε, δέξου σήμερα
ένα θερμό φιλάκι!
γιατί
Φεγγαράκι μου καλό
γιατί απόψε απ’ το βουνό
πρόβαλες χλομό, θλιμμένο
μες στα δάκρυα βουτηγμένο;
Μήπως τάχατε πεινάς
κι υποφέρεις και πονάς
ή μη σ’ έχουνε αλώσει
και βαθιά βαθιά πληγώσει;
-Κάλιο να με μάλωναν
κάλλιο να με σκότωναν
να γινόμουνα κομμάτια
μέσα στ’ ουρανού τα πλάτια,
παρά που είδα αθώα παιδιά ν’ αναλιώνουν σαν κεριά και να σβήνουν σαν κι εκείνα απ’ το φόβο και την πείνα.
Αχ, είναι λειψή η χαρά
σαν πουλί χωρίς φτερά
αν στου κόσμου κάποια μέρη
κάποιος κλαίει, πονά, υποφέρει.
καλώς τηνε την άνοιξη
Καλώς τηνε την Άνοιξη
του Χρόνου την παιδούλα
καλώς τη τη νυφούλα
που φτάνει γελαστή.
Φτάνει με γέλια, με χαρές
και χαρωπά τραγούδια
και μύρα και λουλούδια
γύρω παντού σκορπά.
Λάμπει το κύμα στο γιαλό
τρέχουν, πηδούν τ’ αρνάκια
κι ολόχαρα παιδάκια
της τραγουδούν γλυκά:
-Καλώς μας ήρθες, Άνοιξη
νυφούλα στολισμένη
ροδοστεφανωμένη
της Πλάσης ομορφιά!
Ελάτε αδέλφια
Κίτρινο, μαύρο ή μελαψό
έχω ένα χρώμα και τι μ’ αυτό;
Μήπως στο λόγγο και τα πουλιά
λαλούνε με μια λαλιά;
Σαν το λουλούδι σαν το πουλί
σαν κάθε πλάσμα σ’ αυτή τη γη
για λίγη αγάπη λίγη χαρά
διψά η καρδιά μου και λαχταρά.
Τα χέρια ανοίγω και την καρδιά
σ’ όλα του κόσμου τ’ άλλα παιδιά.
τα λουλουδάκια
Στην πλαγιά τα λουλουδάκια
σα χαρούμενα παιδάκια
σαν πουλιά και σαν τραγούδια
σα ζωγραφιστά αγγελούδια.
Στην πλαγιά τα λουλουδάκια
παίζουνε σαν τα παιδάκια
και πιασμένα χέρι-χέρι
τραγουδούνε με τ’ αγέρι.
Πιάνουν του ήλιου τις ακτίνες
και τις κάνουν οργκαντίνες
και τις πλέκουνε νταντέλες
και χρωματιστές κορδέλες.
Πλέκουνε και τις φορούνε
και χορεύουν και γελούνε
κι είναι σαν τρελά παιδάκια
τ’ Απριλιού τα λουλουδάκια.
το σκυλάκι μου
Έχω ένα μικρό σκυλάκι
ράτσα διαλεχτή
μ’ άσπρο και σγουρό μαλλάκι
και μια ουρά κοντή.
Μπιμπελό σωστό στ’ αλήθεια
είναι τόσο δα
κι όμως σα θεριό όλη μέρα
τρέχει και πηδά.
-Γαβ, γαβ, γαβ! Όλο φωνάζει
Γαβ! Ποιος είν’ εκεί;
Φύγετε μακριά απ’ το σπίτι
κλέφτες και κακοί!
Μη με βλέπετε μικρούλη!
Όποιου του βαστά
ας ερθεί, να ιδεί πως έχω
δόντια φοβερά!...
ρόκα και αργαλειός
Γνέθει στη ρόκα η γριά (η Καλή)
γνέθει μετάξι ένα μαλλί
κι εκεί τραγούδι πιάνει:
- «Το κέντημα είναι γλέντημα
κι η ρόκα το σεργιάνι…»
Και δίπλα της στον αργαλειό
η εγγόνα της η Βαγγελιώ
σαΐτα περνά μεγάλη.
- «Κι αυτός ο δόλιος αργαλειός
είναι σκλαβιά και ζάλη…»
Τ’ ακούει η γριά και σταματά
το γνέσιμο και την κοιτά
και μια την καμαρώνει
μια, με χαμόγελο κρυφό
πιάνει και τη μαλώνει:
-Σκλαβιά δεν είναι ο αργαλειός
και το τραγούδι πάει κι αλλιώς:
Η κορασιά που υφαίνει
πλάθει τη γη, τον ουρανό
κι όλη την οικουμένη.
Κεντά και τον παράδεισο
όλο ανθομάνι και δροσό
ταχιά να σεργιανίζει
σα θα τη ραίνει η μάνα της
λεμονανθούς και ρύζι...
η δουλεύτρα
Τι δουλειές που ’χει η καημένη
η μικρούλα η Βαγγελιώ!
μα είναι τόσο προκομένη
που όλες πάντα τις προφταίνει
και θαυμάζει το χωριό.
Το πρωί, μόλις ξυπνήσει
τρέχει αμέσως στην αυλή
τις κοτούλες να ταΐσει
τα λουλούδια να ποτίσει
και να δέσει το σκυλί.
Τις κατσίκες της να πάει
να βοσκήσουν χλωρασιά.
Το γουρούνι τι θα φάει;
Η αγελάδα να πεινάει;
Να ’ναι η κλώσα στη φωλιά;
Την κουκλίτσα της να ντύσει
που συχνά νωρίς ξυπνά.
Να την πλύνει, τη χτενίσει
κι ύστερα να την ταΐσει
μην της κλαίει που θα πεινά.
Κι όλα να γινούν με βιάση
για να πάει στο σχολειό.
Να ’χει γράψει και διαβάσει.
Αχ, και πώς να τα προφτάσει
όλα τούτα η Βαγγελιώ.
Λείπουνε μακριά οι γονιοί της
κι έπεσε άρρωστη η γιαγιά
και στο φτωχικό τσαρδί της
έχει μείνει μοναχή της
κι είναι πέλαγο η δουλειά…
η Μαριώγκα η Μαριωρή
Τι χρυσή ζωή που κάνει
η Μαριώγκα η Μαριωρή!
Όλη η πλάση να χαλάσει
δεν της καίγεται καρφί.
Του μικρού του καλυβιού
της τρέχει η στέγη στη βροχή.
Και σαν τρέχει, τι τη νοιάζει;
του θεού είναι κι η βροχή.
Άνοιξε και δεν κρατάει
κι η βαρέλα της νερό.
Δε βαριέσαι! Πάει και παίρνει
άλλο, φρέσκο, δροσερό.
Τρύπησε η παλιά της φούστα
το παπούτσι έχει σκιστεί.
Τώρα, αλίμονο αν με τέτοια
θα βαλθεί να σκοτιστεί!...
Η γαϊδούρα της κουτσαίνει
το καπίστρι έχει κοπεί.
Τη δουλειά της σαν την κάνει
τ’ άλλα δεν είναι ντροπή!
Τι χρυσή ζωή που κάνει
η Μαριώγκα η Μαριωρή!
Όλη η πλάση να χαλάσει
δεν της καίγεται καρφί…
νεράιδες
Κάτω στον παλιό το μύλο
και στο κρύο νερό
οι νεράιδες κάθε βράδυ στήνουνε χορό.
Στήνουνε χορό οι νεράιδες
κι όλες οι ξωθιές
των σπηλιών καλοκυράδες νυχτοπαγανές.
Νυχτολάτισσες, κινούνε -σώματ’ αδειανά
και το ρέμα-ρέμα παίρνουν
μες στα σκοτεινά.
Παίρνουνε το ρέμα-ρέμα
κι όπου απλάδα βρουν
όμορφο χορό εκεί στήνουν γλυκοτραγουδούν.
Γλυκοτραγουδούν και λένε
λόγια μαγικά
λόγια, που τα λένε μόνο
τ’ άγρια ξωτικά.
Κι όπου ακούσει αυτά τα λόγια
το χορό όποιος δει
νου και γνώση αμέσως χάνει
χάνει τη φωνή.
Του τα παίρνουν οι καλές σου
για να μην μπορεί
όσα ανείπωτα έχει ακούσει
κι είδε να τα πει.
Μα ας τις έβλεπα ένα βράδυ
μόνο μια σταλιά
κι ας μου παίρνανε και μένα
γνώση και λαλιά…
ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΑΡΙΕΛΛΑΣ
ΣΕ ΠΟΙΗΣΗ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΟΥΡΕΛΟΥ
η χορεύτρια
Μ’ έχουν ντύσει κολομπίνα
και χορεύω με μια ακτίνα
Λαφριά στο φως πατάω
πεταλούδα και πετάω
Μέσα στο στροβίλισμά μου
κυνηγώ την ομορφιά μου
Το κεφάλι μου σηκώνω
και χρυσάνθεμο φουντώνω
Τα χεράκια μου όταν δίνω
άσπρο κρίνο το φως πίνω
Κι όταν σκύβω και βαραίνω
τριαντάφυλλο απομένω.
η σελήνη
Κοντά στη λίμνη έχω καθίσει
κι ήρθε η σελήνη να με ντύσει
Μου ’ριξε τ’ άσπρο της φουστάνι
μικρή νεράιδα να με κάνει
Σκόρπισε χάμω τη σκιά μου
για να σκεπάσει τα μαλλιά μου
Στα χέρια μου έβαλε ένα κρίνο
τ’ ωχρό της φως μ’ αυτό να πίνω
Μια πεταλούδα μου ’χει στείλει
λευκό τριαντάφυλλο στα χείλη
Και μ’ έχει αργά περικυκλώσει
ως το πρωί να μ’ ασημώσει.
τ’ άστρα
Στην ταράτσα ξαπλωτή
έχω απ’ τ’ άστρα σκεπαστεί
Ψιχαλίσαν ένα ένα
και τυλίξανε κι εμένα
Το ’να έχει κρεμαστεί
από μια ψιλή κλωστή
Τ’ άλλο λάμπει μακρινό
τ’ άλλο πέφτει φωτεινό
Στην ταράτσα ξαπλωτή
έχω απ’ τ’ άστρα σκεπαστεί
Μόλις πρόφτασα και το είδα
έσβησε πυγολαμπίδα
Στην ταράτσα ξαπλωτή
βλέπω τη χρυσή γιορτή
Ειν’ το σπίτι μας μια γλάστρα
και λουλούδια έχει τ’ άστρα.
η βροχή
Έχω κάποια φιληνάδα
που φοράει γκρίζο παλτό
όταν βγαίνει έξω στο δρόμο
παίζουμε κυνηγητό
Έχει χίλια ποδαράκια
να χορεύει στις γωνιές
έχει χίλια τακουνάκια
να χτυπάει στις αυλές
Έχω κάποια φιληνάδα
που ζητώ στη ζεστασιά
έχει μακριά χεράκια
που σκορπίζουν τη δροσιά
Έχει μακριά μαλλάκια
που τα σέρνει καταγής
πλένονται μ’ αυτά οι πέτρες
και μοσχοβολάει η γης.
του χιονιού
Οι νιφάδες του χιονιού
είναι άσπρες κιμωλίες
ζωγραφίζουν τα παλτά
κι ασβεστώνουν τις γωνίες
Οι νιφάδες του χιονιού
είν’ των σύννεφων τα χνούδια
κατεβαίνουν σιωπηλές
και χαϊδεύουν τα λουλούδια
Οι νιφάδες του χιονιού
είν’ βρεγμένες πεταλούδες
που κοιμήθηκαν τρελές
στα πεζούλια και στις φλούδες
Οι νιφάδες του χιονιού
είναι βλέφαρα σφιγμένα
που μαλάκωσαν αργά
κι άνοιξαν γύρω από μένα
Άνοιξαν για να ξυπνήσω
σ’ έναν κόσμο παιδικό
άσπρη κούκλα του χειμώνα
μ’ ολόασπρο νυχτικό.
τα παραμύθια
Φόρεσα μια μικρή ποδίτσα
να πάω στην Κοκκινοσκουφίτσα
Σ’ όλο το δρόμο περιμένω
να βρω το λύκο αγριεμένο
Στο χέρι πήρα ένα φασούλι
να πάω στον Κοντορεβιθούλη
Αχ! Η καρδιά μου πως χτυπάει
μη βγει ο Δράκος και με φάει
Γέμισα ένα καλάθι φρούτα
να πάω στη Σταχτοπούτα
Μα πήρα μόνο ένα γοβάκι
να κάτσω δίπλα της στο τζάκι
Πριν όμως άλλο προχωρήσω
κρυφά στο δάσος θα καθίσω
Και κοιμισμένη εκεί θα μείνω
ώσπου η Πεντάμορφη να γίνω.
αποκριές
Τις αποκριές ζητώ
ένα κίτρινο φανάρι
στον πιερότο τον κουτό
να το δείξω για φεγγάρι
Τις αποκριές ζητώ
ένα τρύπιο μαντολίνο
να το δώσω φυλαχτό
στον ωραίο αρλεκίνο
Τις αποκριές ζητώ
από μι’ άσπρη κολομπίνα
γύρω της να τυλιχτώ
ασημένια σερμπατίνα
Να χορεύω νύχτα μέρα
να ’χω τόσο ζαλιστεί
που να πέσω στον αέρα
μια χούφτα κομφετί.
Νανούρισμα
Πάρε με στα χέρια σου
ύπνε τα γλυκά σου
σήκωσέ με ανάλαφρα
μεσ’ στην αγκαλιά σου
Λύσε τα χεράκια μου
και νανούρισέ με
δέσε τα ματάκια μου
κι αποκοίμισέ με
Κάνε με τριαντάφυλλο
δίπλα σου να γίνω
με δροσιά να λούζομαι
κι ωχρό φως να πίνω
Ν’ αναπνέω ήσυχα
μεσ’ στα πέταλά μου
να τ’ απλώνω γύρω μου
λαφριά όνειρά μου
Να σκορπίζω αρώματα
και στα μάτια χάδια
να τα κλείνω βλέφαρα
γύρω απ’ τα σκοτάδια
Πάρε με στα χέρια σου
ύπνε τα γλυκά σου
άσπρο τριαντάφυλλο
μεσ’ στην αγκαλιά σου.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ
Ο Αλέκος Ξένος άρχισε να συνθέτει μουσική κατά την περίοδο της Κατοχής. Συμμετέχοντας ο ίδιος ενεργά στην Αντίσταση και αφού έχει καταφύγει κυνηγημένος στο βουνό οργανώνει μπάντες, χορωδίες και συνθέτει τραγούδια για τις ανάγκες του αγώνα.
Επίσης γράφει μουσική για το κουκλοθέατρο του Νίκου Ακίλογλου αλλά και για το «Θέατρο του Βουνού». Σε ποίηση Βασίλη Ρώτα θα γράψει τα πρώτα του παιδικά τραγούδια στο Καρπενήσι το 1944 για τη χορωδία των Αϊτόπουλων (βλ. πηγές).
Την ίδια χρονιά και ενώ βρίσκεται στο Δομοκό της Φθιώτιδας μαζί με τη γυναίκα του Άννα κινδυνεύει όταν εισβάλουν οι Γερμανοί και σώζεται την τελευταία στιγμή από το νεαρό επονίτη λογοτέχνη Χάρη Σακελλαρίου με τον οποίο επίσης συνεργάζονται και γράφουν παιδικά τραγούδια.
Οι χειρόγραφες παρτιτούρες των δύο κύκλων παιδικών τραγουδιών της παρούσας ηχογράφησης βρέθηκαν κατά την πρόσφατη καταγραφή του αρχείου του συνθέτη (βλ. πηγές). Η καθαρή μορφή των μουσικών χειρογράφων και η ακριβής αναφορά ημερομηνίας και τόπου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα χειρόγραφα αυτά αντιπροσωπεύουν την τελική μορφή των έργων.
Η συγκεκριμένη μορφή που παρουσιάζονται τα 28 παιδικά τραγούδια του Αλέκου Ξένου, δηλαδή από μια φωνή, εναρμονισμένα και συνοδευμένα από πιάνο, προέκυψε από την ανάγκη να τα παρουσιάσουμε σαν μουσική παράσταση για παιδιά έτσι ώστε να αρχίσουν να διαδίδονται. Πραγματοποιήσαμε αυτές τις μουσικές παραστάσεις σε δημοτικά σχολεία της Ζακύνθου. Οι παραστάσεις υποστηρίζονταν εικαστικά με τις ζωγραφιές του Διονύση Ματαράγκα προβαλλόμενες σε σλάιτς ταυτόχρονα με τα τραγούδια
Τα 28 παιδικά τραγούδια του Αλέκου Ξένου, πέρα από την φαινομενική τους απλότητα, είναι τραγούδια με βαθύ μουσικό περιεχόμενο. Το γεγονός άλλωστε ότι ο συνθέτης ασχολήθηκε μ’ αυτά στα τελευταία χρόνια της ζωής του («τα τραγούδια της μικρής Αριέλλας» μαζί με τα χαμένα (;) τραγούδια σε ποίηση Κ. Καβάφη είναι τα τελευταία του έργα) ενισχύει την άποψη αυτή και δείχνει τη σημασία που έδινε ο ίδιος ο συνθέτης στο παιδαγωγικό τραγούδι.
Ζάκυνθος 7-4-2006
Διονύσης Σεμιτέκολος
ΠΗΓΕΣ:
1. Διονύσης Μπουκουβάλας, «Κατάλογος έργων Αλέκου Ξένου (1912-1995)», περιοδικό ΜΟΥΣΙΚΟΛΟΓΙΑ, τεύχος 18, Εξάντας, Αθήνα 2003, σσ 164-207.
2. Περιοδικό ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ, τόμος ΚΕ΄, 3-4, Ζάκυνθος, ΦθινόπωροΧειμώνας 2005, Αφιέρωμα: «ο Ζακυνθινός συνθέτης της Εθνικής Αντίστασης, Αλέκος Ξένος (1912-1995), δέκα χρόνια από τον θάνατό του».
3. 20 ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ σε ποίηση Βασίλη Ρώτα και μουσική Αλέκου Ξένου, Εκδόσεις Π.Μ. Συλλόγου, 1946.
4. ΑΛΕΚΟΣ ΞΕΝΟΣ παιδικά τραγούδια σε ποίηση Χάρη Σακελλάριου και Γιώργου Μουρέλου, Εκδόσεις Σύλλογος Δασκάλων και Νηπιαγωγών Ζακύνθου «Διονύσιος Σολώμός», Ζάκυνθος 2006.
Ευχαριστούμε θερμά τους Αλίκη Ξένου-Βενάρδου και Άλκη Ξένο, Χάρη Σακελλαρίου, Γιάννη Μουρέλο και τον Διονύση Μπουκουβάλα
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΞΕΝΟΣ
(1912-1995)
Ο Αλέξανδρος Ξένος γεννήθηκε στην πόλη της Ζακύνθου στις 2 Μαΐου του 1912.
Σπούδασε μουσική αρχικά στη Φιλαρμονική Ζακύνθου με δάσκαλο τον αρχιμουσικό Ιωάννη Πήλικα (1870-1942) και αργότερα φοίτησε στο Ωδείον Αθηνών με καθηγητές τον Δημήτρη Μητρόπουλο (μορφολογία – prima vista) τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη (αρμονία) και Γεώργιο Σκλάβο (κοντραπούντο και ενοργάνωση).
Απεφοίτησε το 1939 με δίπλωμα τρομπονιού (ολκωτή σάλπιγγα) και πτυχία αρμονίας, αντίστιξης και ενοργάνωσης.
Άρχισε να γράφει μουσική απ’ το 1940. Το πρώτο του έργο είναι το συμφωνικό σκίτσο Νέοι Σουλιώτες εμπνευσμένο απ’ την αντίσταση του Ελληνικού λαού ενάντια στους κατακτητές. Πρωτοπαίχτηκε από την ορχήστρα του Ραδιοφωνικού Σταθμού (Ε.Ι.Ρ.) στα μέσα του 1941 με αρχιμουσικό τον Θεόδωρο Βαρβαγιάννη και τίτλο Εισαγωγή λευτεριάς.
Έργα του Αλέξανδρου Ξένου παίχτηκαν από ορχήστρες και χορωδίες στο εσωτερικό και εξωτερικό (Παρίσι, Πράγα, Μόσχα, Λένινγκραντ, Βουκουρέστι, Σάλτσμπουργκ, Ρώμη, Λονδίνο).
Ο Αλέξανδρος Ξένος πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση 1940-1944. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου οργάνωσε φιλαρμονικές και χορωδίες για τις ανάγκες του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, έγραψε τραγούδια που αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν από το λαό μας όπως:
Ο ύμνος της Π.Ε.Ε.Α., Ο ύμνος της Αλληλεγγύης, Το τραγούδι του Άρη, τα Τραγούδια για τ’ Αετόπουλα, Ο ύμνος της Ε.Π.Ο.Ν., το Εμπρός του Κ[ωστή] Παλαμά κ.ά.
Ο Αλέξανδρος Ξένος από το 1936 συμμετέχει ενεργά στους συνδικαλιστικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες των μουσικών και σαν γραμματέας της «Ομοσπονδίας Μουσικών Σωματείων Ελλάδας» (πρωτοστάτησε για τη δημιουργία της) και μέλος του Συμβουλίου της «Ενώσεως Ελλήνων Μουσουργών» συνέβαλε στην διάδοση του μουσικού πολιτισμού της χώρας μας με την ίδρυση των συμφωνικών ορχηστρών της Ραδιοφωνίας, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Επίσης αγωνίστηκε για την προώθηση της μουσικής παιδείας στην μέση και ανώτερη εκπαίδευση και τη δημιουργία φιλαρμονικών, χορωδιών, μουσικοχορευτικών συγκροτημάτων καθώς και για την ενεργό συμμετοχή του λαού μας στην ερασιτεχνική μουσική παιδεία.
Κατά καιρούς έγραψε διάφορα μουσικολογικά άρθρα (σε εφημερίδες και περιοδικά): α) σχετικά με τη συλλογή και διάδοση της εθνικής μουσικής κληρονομιάς (λαϊκής και έντεχνης) και β) ενάντια στον εμπορικό, κατευθυνόμενο λαϊκισμό των ρεμπέτικων και των υποπροϊόντων τους που κατεβάζουν το διανοητικό και αισθητικό επίπεδο του λαού μας.
Σαν επαγγελματίας μουσικός (1ο τρομπόνι) έπαιξε (από το 1930 έως το 1967) σε διάφορες ορχήστρες όπως στην Κ.Ο.Α. - Ε.Ι.Ρ. - Ε.Λ.Σ. κλπ. Διώχτηκε το 1967 γιατί δεν θέλησε ν’ αποκηρύξει τα φρονήματά του.
Οι σκέψεις και τα συναισθήματα του συνθέτη εμπνέονται πάντα από τους αγώνες του λαού μας για ελευθερία, ειρήνη και πρόοδο.
Ο Αλέξανδρος Ξένος, για να εκφράσει τις μουσικές του ιδέες δεν ακολουθεί καμιά σχολή. Προσπαθεί ν’ αφομοιώσει ό,τι κατά τη γνώμη του είναι ζωντανό στη μουσική μας παράδοση (λαϊκή ή έντεχνη) και στις μουσικές επιτεύξεις των άλλων εθνών.
* Το κείμενο αυτό για τον Αλέκο Ξένο βρέθηκε σε χειρόγραφο και υπογράφεται από τον ίδιο. Μεταφέρεται εδώ αυτούσιο, με μόνη αλλαγή τη χρήση του μονοτονικού συστήματος. Το πρωτότυπο είναι γραμμένο σε πολυτονικό, πράγμα που δεν συνήθιζε ο Α. Ξένος.
ΧΑΡΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ (1923-2007)
Γεννήθηκε στο Θαυμακό Φθιώτιδας.
Σπούδασε Παιδαγωγικά και Φιλολογία, καθώς και Letters Modernes και Σημειολογία στη Γαλλία. Ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη του λόγου (ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, μελέτη, δοκίμιο) κι έχει δημοσιεύσει σε βιβλία γύρω στις σαράντα εργασίες του για μεγάλους κι άλλες τόσες για παιδιά και νέους.
Διεύθυνε τα περιοδικά Νεοελληνικός Λόγος και Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας. Από τα βιβλία του ξεχωρίζουν τα: «Σχολές και ρεύματα στη νεοελληνική λογοτεχνία», «Πηνελόπη Δέλτα», «Σημειολογία και Γλωσσολογία», «Ιστορία της Παιδικής Λογοτεχνίας», «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, σχολές και ρεύματα στη Νεοελληνική Λογοτεχνία», «Χάρης Σακελλαρίου, 60 χρόνια προσφοράς στα γράμματα» κ.ά.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ι. ΜΟΥΡΕΛΟΣ (1912-1994)
Γεννήθηκε το 1912 στην Κωνσταντινούπολη.
Διδάκτωρ Φιλοσοφίας των Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης και Παρισιού. Το 1966 εξελέγη καθηγητής στην Α΄ έδρα της Συστηματικής Φιλοσοφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης όπου δίδαξε έως τη συνταξιοδότησή του το 1979.
Διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αισθητικής και του Σωματείου «Οι Φίλοι του Μπουζιάνη». Το 1972 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών της Γαλλίας.
Υπήρξε από τους πρωτοπόρους της διδασκαλίας του μαθήματος της Αισθητικής στα ελληνικά πανεπιστήμια. Πέθανε πλήρης ημερών το 1994 στην Αθήνα.
τραγούδι: Αναστασία ΕΔΕΝ
διασκευή - εναρμόνιση - πιάνο: Διονύσης ΣΕΜΙΤΕΚΟΛΟΣ
εικονογράφιση: Διονύσης ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ
παιδικά τραγούδια σε ποίηση Χάρη ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
01. Καλημέρα (0΄:57΄΄) 02. Ανατολή (1΄:48΄΄) 03. Στο βουνό (2΄:08΄΄) 04.Ο ποταμός (2΄:12΄΄) 05. Παράπονο (3΄:05΄΄) 06. Φεγγαράκι μου λαμπρό (2΄:46΄΄) 07. Ταξίδι στ’ αστέρια (1΄:03΄΄) 08. Θαλασσοπούλια (1΄:16΄΄) 09. 28 Οκτωβρίου (2΄:14΄΄) 10.Η ειρήνη (2΄:16΄΄) 11. Στη γιορτή της μάνας (3΄:21΄΄) 12. Γιατί (2΄:19΄΄) 13.Καλώς τηνε την άνοιξη (2΄:49΄΄) 14. Ελάτε αδέλφια (2΄:04΄΄) 15. Τα λουλουδάκια (0΄:48΄΄) 16. Το σκυλάκι μου (0΄:52΄΄) 17. Ρόκα και αργαλειός (2΄:35΄΄) 18. Η δουλεύτρα (2΄:34΄΄) 19. Η Μαριώγκα η Μαριωρή (3΄:05΄΄) 20. Οι νεράιδες (2΄:13΄΄)
τα τραγούδια της μικρής Αριέλας σε ποίηση Γιώργου ΜΟΥΡΕΛΟΥ
21. Η χορεύτρια (1΄:04΄΄) 22. Η σελήνη (1΄:20΄΄) 23. Τ’ άστρα (2΄:27΄΄) 24. Η βροχή (0΄:55΄΄) 25. Του χιονιού (3΄:48΄΄) 26. Τα παραμύθια (1΄:30΄΄) 27. Αποκριές (1΄:00΄΄) 28. Νανούρισμα (3΄:34΄΄)
Ηχογράφηση-μίξη-mastering: Χρήστος ΚΟΣΜΑΣ (ECO STUDIO)
το πιάνο χόρδισε ο Σωτήρης ΤΣΟΥΚΑΛΗΣ
Επιμέλεια παραγωγής: Νίκος ΓΙΟΥΣΕΦ